Aaron Ciechanover: Εξατομικευμένη Ιατρική

O 20ος αιώνας έφερε μαζί του την παράταση του προσδόκιμου ζωής κατά τριάντα χρόνια, και μαζί δημιουργήθηκε το ερώτημα αν η τάση αυτή θα συνεχιστεί και πόσο καιρό τελικά θα φτάσουμε να ζούμε. Σε μεγάλο βαθμό οι απαντήσεις αυτές εξαρτώνται από τη σύγχρονη Ιατρική, που μας προσφέρει συνεχώς εφόδια όπως νέες συσκευές, την ικανότητά να αντικαθιστούμε ιστούς που έχουν υποστεί βλάβη με νέους λειτουργικούς, και φυσικά όλο και πιο σύγχρονα φάρμακα. Ενώ πολλά σημαντικά φάρμακα όπως η πενικιλλίνη και η ασπιρίνη ανακαλύφθηκαν ως αποτέλεσμα ευτυχών συγκυριών, άλλα εξίσου σημαντικά φάρμακα, όπως οι στατίνες για τη ρύθμιση της χοληστερόλης, ανακαλύφθηκαν χρησιμοποιώντας πιο προηγμένες τεχνολογίες, όπως η σάρωση μεγάλων «βιβλιοθηκών» με χημικές ενώσεις. Η μέθοδος αυτή, αν και σύγχρονη, μειονεκτεί σημαντικά λόγω τυχαιότητας καθώς εξαρτάται από την πιθανότητα ανακάλυψης μια δραστική ένωσης (δηλ. ενός φαρμάκου) σε μια συλλογή εκατομμυρίων, ενώ επίσης και ο μηχανισμός δράσης του φαρμάκου αυτού είναι συνήθως άγνωστος κατά τη στιγμή της ανακάλυψής του. Επιπροσθέτως, τέτοιες μεθοδολογίες βασίζονται σε αποτελέσματα έρευνας σε καλλιεργημένα κύτταρα ή ζώα εργαστηρίου, όπου είναι αδύνατη η πιστή αναπαραγωγή της ασθένειας όπως εκδηλώνεται στον άνθρωπο. Έτσι, έχουμε αρχίσει να συνειδητοποιούμε ότι ασθενείς με φαινομενικά «ίδιες» ασθένειες – καρκίνο του μαστού ή του προστάτη, για παράδειγμα – ανταποκρίνονται διαφορετικά σε παρόμοιες θεραπείες. Αυτή η διαφοροποίηση οφείλεται σε δυο κύριου παράγοντες: πρώτον, κάθε άνθρωπος έχει γεννηθεί με ένα διαφορετικό υποσύνολο γενετικών χαρακτηριστικών τα οποία και διαμορφώνουν μια εξατομικευμένη αντίδραση του οργανισμού σε ένα παθογόνο αίτιο. Δεύτερον, δύο ασθενείς μπορεί να πάσχουν από μια φαινομενικά «ίδια» ασθένεια η οποία όμως μπορεί να έχει εξελιχθεί μέσω εντελώς διαφορετικού μηχανισμού στον κάθε έναν, οπότε τελικά οφείλεται σε διαφορετικό αρχικό αίτιο, σε μοριακό επίπεδο. Έτσι, οι καρκίνοι του μαστού ή του προστάτη μπορούν τώρα να υποδιαιρεθούν σε μικρότερες διακριτές τάξεις, ανάλογα με τη μοριακή τους προέλευση. Ως αποτέλεσμα, βγαίνουμε από την εποχή όπου η θεραπευτική αντιμετώπιση πολλών ασθενειών ακολουθεί τη λογική «ένα μέγεθος που ταιριάζει σε όλους» και μπαίνουμε σε μια νέα εποχή αυτή της «Εξατομικευμένης Ιατρικής» ή Ιατρικής Ακριβείας , όπου η θεραπεία προσαρμόζεται σύμφωνα με το διακριτό μοριακό και βιοχημικό προφίλ του ασθενούς. Αυτή η εποχή χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη τεχνολογιών απαραίτητων για την αποκωδικοποίηση του γενετικού προφίλ του κάθε ασθενούς και την διευκόλυνση του σχεδιασμού φαρμάκων νέου τύπου, με βάση το μηχανισμό δράσης, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της κάθε υποκατηγορίας της ασθένειας που μας απασχολεί. Αναπόφευκτα, η εποχή αυτή θα συνοδεύεται, επίσης, από πολύπλοκα προβλήματα βιοηθικής, καθώς θα γίνουν διαθέσιμες γενετικές πληροφορίες μεγάλων πληθυσμών και η προστασία της ιδιωτικής ζωής θα αποτελέσει ένα σημαντικό ζήτημα. Η ζωή Κούρνια θα συντονίσει τη συζήτηση.

 

Συμμετέχοντες:
Aaron Ciechanover, MD, Καθηγητής Πανεπιστημίου, Βραβείο Νόμπελ Χημείας 2004, Ιατρική Σχολή, Technion-Israel Institute of Technology Χάιφα, Ισραήλ

Ο Aaron Ciechanover γεννήθηκε στο Ισραήλ το 1947. Σήμερα είναι διακεκριμένος Πανεπιστημιακός Καθηγητής Ιατρικής Σχολής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο Technion-Israel, στην πόλη Χάιφα του Ισραήλ. Έλαβε το μεταπτυχιακό του δίπλωμα το 1971 και το Δίπλωμα της Ιατρικής, το 1973, από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, στην Ιερουσαλήμ, καθώς και το διδακτορικό του δίπλωμα από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Technion-Israel, το 1982. Εκεί, ως μεταπτυχιακός φοιτητής, σε συνεργασία με τους Δόκτωρες Hershko και Rose, από τη Φιλαδέλφεια, ανακάλυψαν πως η σήμανση των πρωτεϊνικών υποστρωμάτων με ουβικιτίνη οδηγεί στην πρωτεασωματική τους αποδόμηση. Με την πάροδο των ετών έχει καταστεί σαφές ότι η πρωτεόλυση που διαμεσολαβείται από ουβικιτίνη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές κυτταρικές διεργασίες. Μάλιστα, οι παρεκκλίσεις στο σύστημα πρωτεόλυσης, μέσω ουβιτικίνης, αποτελούν τον παθογόνο μηχανισμό «πίσω» από πολλές ασθένειες, μεταξύ των οποίων ορισμένες κακοήθειες και διαταραχές, που οφείλονται σε νευροεκφυλιστικούς παράγοντες. Κατά συνέπεια, το, εν λόγω σύστημα έχει γίνει μια σημαντική «πλατφόρμα» για την ανάπτυξη φαρμάκων. Μεταξύ των βραβείων που έχει λάβει είναι το Βραβείο Albert Lasker του 2000, το Βραβείο Ισραήλ 2003 και το βραβείο Νόμπελ Χημείας το 2004, σε συνεργασία με τους Δόκτωρες Hershko και Rose. Στα πλαίσια των εκπαιδευτικών κοινοτήτων, είναι μέλος της Ισραηλινής Εθνικής Ακαδημίας των Ανθρωπιστικών Επιστημών, της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (NAS) και της Ακαδημίας Ιατρικής (NAM) των ΗΠΑ, ως ξένο μέλος, αλλά και της κινεζικής Ακαδημίας Επιστημών και, πάλι, ως ξένο μέλος.